Γράφει η Ειρήνη Καλαϊτζάκη, εκπαιδευτικός
Θρύλος που ταξιδεύει στο διηνεκές και ας μπογιάντισε με χρώματα μουντά τις σελίδες της ιστορίας του τόπου. Στέκει λαβωμένο, ίδιο θεριό ανήμερο, στην άκρη του βράχου λυγίζοντας από τη νέμεση του χρόνου.
Αρχικά, όρθωσε ανάστημα για να τρομάξει τη λευτεριά. Αργότερα, ως τιμωρός επί δικαίους και αδίκους, αλυσόδενε ψυχές, σμίγοντας το δάκρυ με την αλμύρα της θάλασσας που το συντρόφευε ολοχρονίς.
Για έναν περίπου αιώνα το φρούριο Ιτζεδίν γέμιζε τις σελίδες του βίου του με τα πάθη των ανθρώπων εντός και εκτός του πανύψηλου πετρόκτιστου μαντρότοιχου. Στην καρδιά του κόλπου της Σούδας, σκαρφαλωμένο στον λόφο, επιβάλλεται μέχρι και σήμερα κι ας έμεινε μόνο το κουφάρι του.
Το 1872 πήρε το όνομα του γιου του Σουλτάνου. Ήταν τα δύσκολα χρόνια της Τούρκικης σκλαβιάς και ο τόπος ως στρατηγικό σημείο έπαιζε τον δικό του ρόλο στον χωροχρόνο. Απλώθηκε στα μπροσπόδια της αρχαίας Απτέρας και μαζί με τον Κουλέ της, έμελλε για δεκάδες χρόνια να είναι ο φόβος και ο τρόμος των κρητικών ιδανικών. Στολίστηκε με 12 κανόνια που σημάδευαν τον κόλπο της Σούδας, γέμισε με στρατιώτες αλλόθρησκους και ξεκίνησε τους «καυγάδες» με την ιστορία. Δεκάδες ήταν οι ντόπιοι που έδωσαν τις δικές τους μάχες για να μπορέσει τούτος ο τόπος να λευτερωθεί. Λίγα μέτρα μακριά από την πύλη του φρουρίου, χτίστηκε μεγάλη κρήνη από τον Σουλτάνο για να ξεδιψάνε οι στρατιώτες του Ισλάμ, με την ευχή να μην θολώσει ποτέ το ποτάμι της ζωής, της εξοχότητας του οίκου των Οθωμανών. Και λίγο πιο πέρα οικοδομήθηκε τζαμί για τις προσευχές πριν τις μεγάλες μάχες.
Μα τα χρόνια της ταραχής περνούν γρήγορα και οι σφαγές του Ηρακλείου, το 1898, στέκονται η αφορμή το φρούριο να κλείσει τον σύντομο κύκλο του και να προετοιμαστεί για έναν καινούργιο. Οι Οθωμανοί το εγκαταλείπουν και οι Άγγλοι αναλαμβάνουν την φύλαξή του. Αποδυναμώνεται ο ρόλος του και ταυτόχρονα επιλέγεται από τον Βενιζέλο να λειτουργήσει ως βασική φυλακή της Κρήτης. Διαμορφώνεται, χτίζεται ο όροφος και ανοίγει, αυτή την φορά, την πύλη του ως Κεντρικό Σωφρονιστήριο Κρήτης. Ταυτοχρόνως, από το 1908 και για κάποια χρόνια φιλοξενεί και το 1ο Τάγμα της Κρητικής Πολιτοφυλακής. Από τη στιγμή αυτή και μετά, γράφονται οι μελανότερες σελίδες της ιστορίας του. Χιλιάδες ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι, για 70 χρόνια, παλεύουν με όλες τους τις δυνάμεις να ορίσουν το δίκαιο και το άδικο και να διεκδικήσουν με αξιοπρέπεια την ελευθερία τους.
Τους δίσεκτους καιρούς της Ελλάδας, η φυλακή πλημμύριζε από ανθρώπους του πνεύματος αλλά και του μόχθου, ένα βήμα πριν τη μεγάλη τιμωρία με εκτέλεση εξαιτίας της ιδεολογίας τους. Το «Ιδιώνυμο» του Βενιζέλου αλλά και το «Ψήφισμα Γ’» του 1946 του Τσαλδάρη όσο και ο «Νόμος 509» της ίδιας χρονιάς του Σοφούλη έφεραν πολλούς αγωνιστές κοντά στον θάνατο.
Συνολικά, πραγματοποιήθηκαν στο Ιτζεδίν 7 εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων και ανυπολόγιστος μέχρι σήμερα ποινικών. Ανάμεσά τους υπήρξε και μια μαζική εκτέλεση 4 αγωνιστών το 1949, δίχως να είναι και η τελευταία, αφού ακολούθησαν άλλες δύο μεμονωμένες μέχρι και το 1952. Λίγο πριν ο ήλιος ανατείλει, βόρεια του φρουρίου, στον χώρο που βρίσκεται σήμερα το νεκροταφείο του Καλαμίου, παιζόταν το τελευταίο δράμα της τραγωδίας. Και μετά σιωπή. Ένας σταυρός και μια αράδα κομματιασμένη στον τοίχο της φυλακής απέμενε για να θυμίζει στους υπόλοιπους πόσο δύσκολο ήταν να ξεχρεώσεις τα γραμμάτια της ζωής.
Πολλά πρόσωπα του δημόσιου βίου της χώρας βρέθηκαν σ’ αυτό το μπουντρούμι καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του.
Βενιζέλος, Βελουχιώτης, Πάγκαλος, Μερκούρης, Γλέζος, Παπαρήγας, Φίλιας, Ανωμερίτης αλλά και τόσοι άλλοι… προταίτιοι των σφαγών του Ηρακλείου του 1898, επαναστάτες του Θερίσου, Λήσταρχοι, με τον Γιαγιά (Γιαγάς) να ξεχωρίζει και δεκάδες κατάδικοι των φυλακών της Σμύρνης, που πριν την Καταστροφή κλείστηκαν για λίγους μήνες στους ανήλιαγους θαλάμους του κάτεργου.
Η φυλακή σφράγισε για πάντα τη βαριά σιδερένια πόρτα της, τον Φεβρουάριο του 1971 στην καρδιά της Δικτατορίας. Το αρχείο της «εξαφανίστηκε» από προσώπου γης και τα 16,5 στρέμματα παραχωρήθηκαν το 1975 στο Υπουργείο Άμυνας και στο Πολεμικό Ναυτικό. Το 2007 το Ναυτικό παραδίδει το μνημείο στην Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου και κρατάει μόνο τον βόρειο προμαχώνα. Η κατάσταση της συντήρησης ξεφεύγει και το μνημείο περνάει σταδιακά στα χέρια της ΕΤ.Α.Δ. (Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου) μέχρι και σήμερα. Οι μοναδικές μέρες τον χρόνο που το οχυρό παρέμενε ανοιχτό για το κοινό ήταν στις 14 και 15 του Δεκέμβρη τη μέρα της γιορτής του Αϊ Λευτέρη, προστάτη της φυλακής. Εκείνες τις μέρες, το εκκλησάκι που έχτισαν οι κρατούμενοι στο νότιο οχυρό λειτουργούνταν και κόσμος πολύς είχε την ευκαιρία να το επισκεφτεί. Δυστυχώς, τα τελευταία 2 χρόνια η εκκλησία υπέστη μεγάλες ζημιές από την εγκατάλειψη και τους σεισμούς, με αποτέλεσμα να είναι επικίνδυνη πλέον για το κοινό.
Πολύτιμος θησαυρός, ξεχωριστά κεφάλαια στην ιστορία τού μνημείου, αποτελούν τα σκαλίσματα και τα γραφήματα στους εξωτερικούς τοίχους της αυλής και στον «Θόλο», τον φοβερό χώρο μαρτυρίου πολιτικών και ποινικών κρατουμένων. Οι άνθρωποι σμίλεψαν με μαεστρία τις πέτρες τούτου εδώ του τόπου καθώς απομακρυνόταν από τα διαβατικά της ζωής τους. Με μια δρασκελιά πέρασαν τη ρωγμή που άνοιξε η στιγμή και κλείστηκαν σε ανήλιαγα κελιά, εκεί που ο χρόνος λυμαίνεται τις ψυχές αδιάκριτα.
Γραφήματα που ξεκινούν από το 1903 και φτάνουν μέχρι και τα τελευταία χρόνια λειτουργίας της φυλακής. Με εντυπωσιακότερο εκείνο της φυλάκισης 3 ναυτών πλοίου του Βασιλικού Αγγλικού ναυτικού, που βρισκόταν αγκυροβολημένο στον κόλπο της Σούδας. Δυστυχώς, πολλά από αυτά έγιναν σκόνη από την υγρασία και την φθορά του χρόνου και έμειναν λιγοστές φωτογραφίες να θυμίζουν την ύπαρξή τους.
Το σημαντικότερο όμως κομμάτι της ιστορίας του μνημείου αποτελεί το αρχείο της φυλακής, το οποίο βρέθηκε πριν από τέσσερα χρόνια μετά από έναν τυπικό έλεγχο στα υπόγεια της φυλακής Αλικαρνασσού στο Ηράκλειο της Κρήτης. Προσωρινά, φιλοξενείται σ’ ένα δωμάτιο του Σωφρονιστικού καταστήματος ΚΡΗΤΗ Ι στην Αγυιά Χανίων, δίχως μέχρι σήμερα να μπορεί να αξιοποιηθεί, κάτι που πρέπει να γίνει με πολλή προσοχή. Ένα αρχείο που δίνει σημαντικές πληροφορίες για όλες τις ιστορικές περιόδους της χώρας από το 1901 και μετά αλλά και για πρόσωπα. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως μέχρι και σήμερα δεν έχει βρεθεί καμία αναφορά στα πρόσωπα που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στη νεότερη και σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Το μνημείο καταρρέει. Την τελευταία πενταετία χάθηκαν σημαντικά στοιχεία της ιστορίας του, αποτυπώματα των ανθρώπων όλα, καθώς πάλευαν στα φουρτουνιασμένα λιμάνια της ζωής τους.
Αναγκαία λοιπόν όσο ποτέ άλλοτε, η ευαισθητοποίηση αρχών και φορέων προς την κατεύθυνση αποδέσμευσης από την ΕΤ.Α.Δ. και εξασφάλισης των απαραίτητων πόρων για την διάσωση, την άμεση ανάδειξή του και τη μετατροπή του σε χώρο πολιτισμού. Έναν χώρο που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μουσείο αλλά και να φιλοξενήσει συνέδρια, εκθέσεις και ποικίλες εκδηλώσεις καθώς και να είναι επισκέψιμος όλο τον χρόνο. Για να κρατηθεί ζωντανή η ιστορική μνήμη στους καιρούς των εκπτώσεων όπου η πολιτισμική και εθνική μας ταυτότητα δοκιμάζονται με κίνδυνο την παρακμή και την εξαφάνιση κάθε στοιχείου που μας χαρακτηρίζει ως λαό.
Στην καρδιά του κόλπου της Σούδας, στο μεγαλύτερο ίσως «αρχαιολογικό πάρκο» της Κρήτης. Εκεί που οι άνθρωποι, φαντάσματα της ίδιας τους της ζωής, σκάλιζαν τις πέτρες εκλιπαρώντας τις να σηκώσουν το βάρος της παρηγοριάς.