Aπό τον Στέλιο Ζερβάκη
«Η κοιμωμένη»
μουσική: Μίμης Πλέσσας,
στίχοι: Κώστας Βίρβος
ερμηνεία: Δώρος Γεωργιάδης
Ο έρωτας είναι αυτός που τόξευσε την ηρωίδα της ιστορίας μας την ομορφότατη και γλυκύτατη 18χρονη Σοφία, κόρη του Κωνσταντίνου Αφεντάκη. Μια μικρή κοπέλα που η σμίλη του περίφημου γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά θα την διατηρήσει… στη αιωνιότητα.
Την μικρή Σοφία από τα δεκαέξι της ακόμα, η αθηναϊκή κοινωνία την είχε ανακηρύξει «κόρη των Αθηνών». Σε δεξιώσεις, η μικρή αρχοντοπούλα έκλεβε την παράσταση και οι εφημερίδες έγραφαν για την παρουσία της «…η εκπάγλου καλλονής Σοφία Αφεντάκη, μετά του κυρίου και της κυρίας Αφεντάκη…». Αυτά ωστόσο δεν τη συγκινούσαν, της ήταν αδιάφορα, η μικρή καλλονή επιζητούσε μονίμως τη μοναξιά. Ο Έρως όμως, αθάνατος θεός, είχε αλλά σχέδια για την γλυκιά αυτή ύπαρξη. Στις αρχές του 1878, ο Αφεντάκης φεύγει με τη Σοφία στη Νάπολη της Ιταλίας, για δουλειές. Με πρόσκληση του δημάρχου, πηγαίνουν στην όπερα όπου η Σοφία ακούει τις μελωδίες του τενόρου Μάριο Τζοβάνι και ο κόμπος λύνεται. Η Σοφία, τον ερωτεύεται κεραυνοβόλα και παράφορα!
Ένα βράδυ, κρυφά από τον πατέρα της, βγαίνουν ως αργά, πέφτει στην αγκαλιά του και εκεί την βρίσκει το πρωί! Γυρίζει με αγωνία στο ξενοδοχείο και ηρεμεί όταν διαπιστώνει ότι δεν είναι εκεί ο πατέρας της, που έλειπε για δουλειές. Ένα απόγευμα, όταν απολάμβανε τον έρωτα της στην αγκαλιά του αγαπημένου της, ο πατέρας της ανακαλύπτει κάποιο γράμμα του. Ο τενόρος της έγραφε: «ούτε μια στιγμή δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα. Χθες με αποθέωσαν στην όπερα, μα εγώ έψαχνα εσένα… Και όταν γύρισα στο σπίτι, στη γοητευτική φωλίτσα μας, έκανα όνειρα για μας…». Ο Αφεντάκης γίνεται έξαλλος. Οργισμένος, τον αποκαλεί «παλιάνθρωπο!» και γυρίζει με τη Σοφία αμέσως στην Αθήνα. Ο χωρισμός τους γίνεται αβάσταχτος!
Η Σοφία δεν κοιμάται πια τις νύχτες, αναζητεί τον Μάριο, του γράφει συνέχεια, χωρίς να παίρνει απάντηση. Δεν τρώει, πέφτει σε μελαγχολία και αποφασίζει να τερματίσει τη ζωή της με δηλητήριο. Ο Αφεντάκης ζητάει από τον Χαλεπά να φιλοτεχνήσει ένα άγαλμα με τη αδικοχαμένη του κόρη. Ο γλύπτης του ζητά να βρει το ειδικό «λεπτόκοκκο» μάρμαρο στα λατομεία της Καρέρα για να φτιάξει το μνημείο της Σοφίας, εκεί μαθαίνει από τις εφημερίδες για τον θάνατο του Μάριου. Ο τενόρος, αφού ανέρρωσε από κάποιο τραυματισμό, βρήκε στο σπίτι όλες τις επιστολές της Σοφίας. Διάβασε τα γράμματα της αγαπημένης του και πληροφορήθηκε για την αυτοκτονία της. Η απογοήτευση του ήταν τέτοια, που θέτει τέρμα στη ζωή του με μια σφαίρα στη καρδιά.
Η τραγική αυτή αυλαία μιας αγάπης έγινε η αφορμή για τον ποιητή μας, Κώστα Βίρβο, να γράψει τους στίχους του τραγουδιού, που θα μελοποιήσει ο Πλέσσας και το 1971 θα συμπεριληφθεί στον δίσκο «Πανόραμα», με ερμηνευτή τον Κύπριο μουσικοσυνθέτη Δώρο Γεωργιάδη. Η μελωδία του Πλέσσα είναι αξεπέραστη, παρόλο που το τραγούδι δεν γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία στην εποχή του.