Της Ελένης Τσολιά
Ο Μ. Α. Βρούμπελ είναι ένας από τους πιο αινιγματικούς Ρώσους ζωγράφους. Η διάθεση, τα θέματα, οι μορφές και τα χρώματα στους πίνακές του έχουν μυστηριώδη ομορφιά. Ο Μ. Α. Βρούμπελ δημιούργησε ένα κόσμο δικό του, μοναδικό. Τα χρώματα και η ομορφιά των πινάκων του δημιουργούν ένα εκπληκτικό μεγαλείο που απομακρύνει την ψυχή του ανθρώπου από τα ασήμαντα πράγματα και τις καθημερινές έγνοιες.
Το ύφος του και η τέχνη του ήταν ακατανόητα για τους περισσότερους σύγχρονούς του, που δεν καταλάβαιναν την ζωγραφική με τον τρόπο που την κατανοούσε και την αγαπούσε αυτός. Συχνά, έβλεπαν τους πίνακές του, τις γραμμές, την χρωματιστή τους αρμονία, τον κόσμο της φαντασίας του, χωρίς όμως να τους έχουν δει πραγματικά, χωρίς να τους κατανοήσουν. Στους πίνακές του, η ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας, που ήταν χαρακτηριστική για το δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα, αντικαταστάθηκε από την φαντασιακή αναμόρφωση του κόσμου και την απεικόνιση του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου. Στα έργα του, που αργότερα ονομάστηκαν από τους μελετητές «μενεξεδένιοι κόσμοι», δεσπόζουν πρόσωπα με τεράστια, σαγηνευτικά μάτια. Αυτό ήταν κάτι που ξένιζε τους σύγχρονούς του, όμως ο Βρούμπελ θεωρούσε ότι το ταλέντο δίνεται στον αληθινό ζωγράφο για να διηγηθεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο για αυτά που τελούνται στη γη και στις ψυχές των ανθρώπων. Αν ο ζωγράφος ζωγραφίζει όπως όλοι οι άλλοι σημαίνει ότι δεν αγαπά πραγματικά ούτε την φύση αλλά ούτε και την τέχνη. Υπέφερε πραγματικά που οι σύγχρονοί του δεν καταλάβαιναν και δεν εκτιμούσαν την τέχνη του. Ήταν όμως πεποίθησή του ότι αν ο ζωγράφος συνειδητοποιήσει την αποστολή του, τότε δεν πρέπει να αλλάξει για να γίνει αρεστός.
«Είμαι βυθισμένος με όλο μου το είναι στην τέχνη. Καμία σκέψη ή επιθυμία που δεν σχετίζονται με την τέχνη δεν χωράνε και δεν ριζώνουν μέσα μου»
(Μ. Α. Βρούμπελ)
Στο Κίεβο, δούλεψε για την αποκατάσταση των τοιχογραφιών στον ναό του Αγίου Κυρίλλου. Στον ναό αυτό, ζωγράφισε με χρώματα απόκοσμα τοιχογραφίες αγγέλων .
Οι άγγελοί του, οι αγγελιοφόροι του Θεού, είναι όντα εξαϋλωμένα, αβαρή και ανάλαφρα με λευκά ρούχα που τα διαπερνά το φως, έχουν δέρμα μελαμψό, μακριά κατάμαυρα μαλλιά και τεράστια θλιμμένα ματιά με βλέμμα απόκοσμο και τρυφερό.
Ίσως ακριβώς οι άγγελοι αυτοί, που ζωγράφιζε στην εκκλησία, ενέπνεαν στην ψυχή του τους δαίμονες. Οι πίνακές του «Δαίμονας καθήμενος», «Δαίμονας ιπτάμενος» και «Δαίμονας έκπτωτος» είναι έργα δυνατά. Στην φαντασία του ζωγράφου, όπως ακριβώς και στο ομότιτλο ποίημα του Γιούρι Λέρμοντοβ το οποίο εικονογράφησε, ο δαίμονας χωρίς την θρησκευτική δέσμευση, δεν είναι πνεύμα κακόβουλο. Είναι μεγαλειώδης, θλιμμένος και υποφέρει. Στην εικαστική γλώσσα του Βρούμπελ, ο δαίμονας είναι το πνεύμα της εξέγερσης, ο επαναστατημένος. Ο έκπτωτος από τους ουρανούς που νιώθει απέραντη μοναξιά μεταξύ γης και ουρανού, αυτός που δεν ξέρει τι να κάνει την μάταιη, ανώφελη ελευθερία του. Στην φαντασία του ζωγράφου -όπως ακριβώς πάλι και στο ομότιτλο ποίημα του Γ. Λερμοντοβ- είναι εκδιωγμένος, εκτοπισμένος, στριμωγμένος μεταξύ γης και ουρανού.
Έκπτωτος ένιωθε και ο ίδιος. Έζησε φτωχικά χωρίς να αποκτήσει ποτέ δικό του εργαστήριο. Ήταν όμως πλούσιος γιατί είχε ταλέντο και ικανότητα να συλλαμβάνει την ομορφιά της φύσης να διεισδύει στις ψυχές των ανθρώπων και να αποκαλύπτει την ουσία αυτών που μας περιβάλλουν, των άψυχων και των έμψυχων: Του νερού, των πετρωμάτων, των λουλουδιών, των προσώπων και των ψυχών ανθρώπων.
Δημιούργησε έναν κόσμο θαυμαστό, αυθεντικό και ίσως πιο αληθινό από την άθλια πραγματικότητα που τον περιέβαλε συνθλίβοντάς τον.
Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς Βρούμπελ, ο αιωρούμενος ζωγράφος μεταξύ γης και ουρανού, με την απόκοσμη ζωγραφική αφήγηση, ο έκπτωτος…