Γράφει ο Γιάννης Τσεκούρας
“Σαβάρς Καραπετιάν, ένας ήρωας της πραγματικής ζωής ή απλά η ενσάρκωση των αξιών μιας… άλλης κοινωνίας;”
Πριν περίπου 7 χρόνια, το 2014, στους χειμερινούς Ολυμπιακούς αγώνες του Σότσι της Ρωσίας, ένας άντρας που με δυσκολία κατάφερνε να τρέξει, κλήθηκε να μεταφέρει την ολυμπιακή φλόγα προς το Κρεμλίνο. Όμως, η φλόγα έσβησε και ο κόσμος ανησύχησε. Δεν ήταν λίγοι μάλιστα αυτοί που άρχισαν να τον κακολογούν, λέγοντας: «Ντροπή, που τον βρήκαν αυτόν; Ντροπή που δεν κατάφερε ούτε τη φλόγα να κρατήσει αναμμένη» και άλλα παρόμοια προσβλητικά. Ωστόσο, αργότερα έμαθαν πως ήταν ο Shavarsh Karapetyan και οι αντιδράσεις όσων τον ήξεραν, έσβησαν. Γιατί στους κακεντρεχείς και τους ημιμαθείς, το όνομα δεν τους έλεγε τίποτα.
Ο Karapetyan γεννήθηκε στην τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Αρμενίας το Κιροβακάν, σημερινό Βανατζόρ, το 1953. Ακολούθησε τις συμβουλές φίλων και άρχισε να ασχολείται με την κολύμβηση από πολύ μικρή ηλικία. Το ταλέντο του και η σκληρή δουλειά του άρχισαν να αποδίδουν καρπούς και σε νεαρή ηλικία ξεκίνησαν οι διακρίσεις. Είναι κάτοχος 11 παγκοσμίων ρεκόρ, είναι 17 φορές πρωταθλητής κόσμου, 13 φορές πρωταθλητής Ευρώπης και 7 φορές πρωταθλητής Σοβιετικής Ένωσης, στην κολύμβηση. Το 1975-76 υπηρέτησε και στο σοβιετικό στρατό. Αυτό όμως που τον έκανε έναν πραγματικό ήρωα ήταν η αυτοθυσία που έδειξε το πρωί της 16ης Σεπτεμβρίου 1976. Μια αυτοθυσία που μόνο μέσα από το πρίσμα μιας κοινωνίας μιας άλλης εποχής μπορεί να ερμηνευτεί.
Μόλις είχε τελειώσει την προπόνηση, συνοδείας του αδερφού του, στις όχθες της λίμνης Γιερεβάν, που περιελάμβανε 20 χιλιόμετρα τρέξιμο, όταν είδε ένα λεωφορείο γεμάτο επιβάτες, να βγαίνει εκτός πορείας και να πέφτει στα νερά της βαθιάς και παγωμένης λίμνης. Δεν έχασε καιρό και παρόλη την υπερβολική του κόπωση λόγω της εξαντλητικής προπόνησης, βούτηξε στα νερά και ξεκίνησε έναν αγώνα σωτηρίας των επιβατών. Το λεωφορείο είχε 92 επιβάτες και βυθιζόταν στα νερά της σκοτεινής λίμνης, σε βάθος 10 μέτρων. Οι επιβάτες όλοι, λόγω της πτώσης, είχαν χάσει τις αισθήσεις τους.
Ο Karapetyan βούτηξε στο νερό, αλλά η λάσπη που είχε σηκωθεί, έκανε δύσκολο το έργο του. Παρόλα αυτά, έσπασε με τα πόδια του το πίσω παρμπρίζ και ξεκίνησε τον απεγκλωβισμό. Οι συνθήκες εξωφρενικά δύσκολες, παγωμένα και θολωμένα νερά, μεγάλο βάθος, αναίσθητοι επιβάτες, μηδενική ορατότητα κάτω από το νερό, τραύματα από τα τζάμια του λεωφορείου στο κορμί του.
Σήμερα, πιθανόν, σε μια αντίστοιχη κατάσταση ο σημερινός άνθρωπος θα αποθανάτιζε τη σκηνή με το κινητό του. Ο Karapetyan όμως ζούσε σε μια άλλη εποχή, σε μια άλλη κοινωνία, όπου ο άνθρωπος έχει αξία, στα πλαίσια ενός σοσιαλιστικού ιδεαλισμού. Έτσι, άρχισε να βγάζει έξω ανθρώπους και να τους ανεβάζει στη επιφάνεια. Έκανε περίπου 30 με 35 δευτερόλεπτα να τους ανασύρει και να τους παραλαμβάνει από την όχθη ο αδερφός του. Σε κάτι περισσότερο από 15 λεπτά, ο Karapetyan κατάφερε να σώσει 20 ανθρώπους. Είχε κατορθώσει να ανασύρει περισσότερους από 20, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφεραν όλοι.
Η τιτάνια προσπάθεια του δυστυχώς δεν το άφησε αλώβητο. Λίγο μετά την τριακοστή βουτιά του, λιποθύμησε και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου παρέμεινε σε κώμα για 46 μέρες. Διαγνώστηκε με βαρύτατη πνευμονία, υπερκόπωση και σηψαιμία λόγω της μόλυνσης της λίμνης. Τελικά κατάφερε και έζησε, αλλά δεν κατάφερε να διατηρηθεί στο υψηλό αγωνιστικό επίπεδο στην κολύμβηση στο οποίο ήταν πριν το συμβάν.
Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ρωτήθηκε για το χειρότερο σημείο της δοκιμασίας του, απάντησε: «Ήξερα ότι θα μπορέσω να σώσω μόνο κάποιους, οπότε φοβόμουν μην κάνω κάποιο λάθος. Εκεί κάτω ήταν τόσο σκοτεινά, που δεν μπορούσα να δω σχεδόν τίποτα. Σε μία από τις βουτιές μου, άρπαξα κατά λάθος μία θέση αντί για έναν άνθρωπο… Θα μπορούσα να έχω σώσει άλλη μια ζωή. Αυτή η θέση στοιχειώνει μέχρι και σήμερα τους εφιάλτες μου».
Η ιστορία του έγινε ευρέως γνωστή το 1982, όταν η σοβιετική εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» δημοσίευσε τις λεπτομέρειες του συμβάντος σε άρθρο με τίτλο «Η υποβρύχια μάχη του πρωταθλητή». Έκτοτε ο Karapetyan παρασημοφορήθηκε, βραβεύθηκε από την UNESCO και αντιμετωπίζεται ως αυτό που είναι -ένας ήρωας δηλαδή, που μάλιστα τον Φεβρουάριο του 1985, όταν έτυχε να βρίσκεται κοντά σε κτήριο που πήρε φωτιά δεν δίστασε και πάλι να μπει μέσα -χωρίς προστατευτική στολή- και να βγάλει σώους όσους ανθρώπους μπόρεσε, πριν τον νικήσουν τα εγκαύματα. Κατόπιν ξανανοσηλεύτηκε και η υγεία του κλονίστηκε για τα καλά.
Σήμερα, αυτός ο ήρωας ζει μια ήρεμη ζωή και επιβιώνει από ένα εμπορικό κατάστημα παπουτσιών, που έχει στη Μόσχα και το έχει ονομάσει «Δεύτερη Αναπνοή». Δεν πούλησε την ιστορία του σε κάποιον σεναριογράφο του Χόλυγουντ, δεν συμμετείχε σε διαφημίσεις ούτε έγραψε σε βιβλίο τα απομνημονεύματα του. Δεν απαίτησε μόνιμη σύνταξη ή στρατιωτικό βαθμό από τη ρώσικη πολιτεία, ούτε και κυκλοφορεί με τα πάμπολλα σοβιετικά μετάλλια ανδρείας που έχει. Δεν είναι instagram influencer και δεν έχει ακολούθους στο facebook. Ο άνθρωπος έχει τις αγνότερες ηθικές αξίες ενός προσωπικού πολιτισμού, που του εμφύσησε το σοσιαλιστικό καθεστώς στο οποίο ανδρώθηκε. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά αυτής της κοινωνίας, σε σχέση με τη σημερινή της καπιταλιστικής εποχής, όπου όλα μεταφράζονται σε χρηματικές απολαβές και αναγνωρισιμότητα από τα social media.