Γράφει ο ιστορικός Ρόδης Λοχαΐτης
Με το παρόν σημείωμα ξεκινάμε μία σειρά αφιερωμάτων στις πνευματικές δομές της πόλης μας, που ενώ από τον προορισμό τους μπορούν και πρέπει να προσφέρουν πολλά στην πνευματική ζωή του τόπου, εν τούτοις, για διάφορους λόγους, είτε έχουν περιοριστεί σε ρόλο πνευματικού κομπάρσου είτε τείνουν να γίνουν κλειστές λέσχες (clubs) με συγκεκριμένα μέλη. Έτσι, τα σημειώματα δεν στοχεύουν να αναπαράγουν τα “καλώς κείμενα”, αλλά να αναδείξουν κάποιες πικρές αλήθειες που γεύεται ο απλός πολίτης στην επαφή του με τις δομές αυτές. Άρα, δεν επιδιώκουμε να γίνουμε αρεστοί, αλλά χρήσιμοι.
Το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης είναι ένα από τα πνευματικά ιδρύματα της πόλης των Χανίων, που ιδρύθηκε στις 15 Μαρτίου του 1920 από τον στειακό Νικόλαο Παπαδάκη. Το Αρχείο κατά την περίοδο της ίδρυσής του στεγάστηκε στο Διευθυντήριο Μέγαρο (σήμερα κτίριο Αντιπεριφέρειας), το 1933 μεταστεγάστηκε στο κτίριο του παλαιού Τελωνείου, ώσπου να μεταφερθεί το 1959 στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Σφακιανάκη, όπου στεγάζεται μέχρι σήμερα.
Το Αρχείο, από την ίδρυσή του, ευτύχησε να έχει ως διευθυντές ανθρώπους που μερίμνησαν να συγκεντρώσουν σπαράγματα της τοπικής, και όχι μόνο, Ιστορίας και να τα περισώσουν. Ο ίδιος ο ιδρυτής του Αρχείου Ν. Παπαδάκης, ο φιλόλογος (και μετέπειτα καθηγητής Βυζαντινής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ) Νικόλας Τωμαδάκης, οι, επίσης, φιλόλογοι Νικόλαος Τωμαδάκης, Μιχάλης Μποτωνάκης και Στυλιανός Μοτάκης, έθεσαν τις βάσεις, ώστε πολύτιμο αρχειακό υλικό να διασωθεί από την καταστροφή και την αφάνεια.
Τα προβλήματα του Ιστορικού Αρχείου είναι γνωστά από το παρελθόν. Τόσο το στεγαστικό, όσο και η έλλειψη πόρων που εμποδίζουν τη συστηματική επιστημονική καταγραφή και μελέτη του αρχειακού υλικού είναι τα μόνιμα θέματα που απασχολούν τον εν λόγω φορέα. Όμως, δυστυχώς, δεν είναι τα μόνα.
Ήδη, από το 1939 με τον Α.Ν. 2027 οριζόταν (άρθρο 31) ότι “έμμισθος ή άμισθος [προιστάμενος] του τοπικού Αρχείου διορίζεται διά Πράξεως του Υπουργού Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής ή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου ή λόγιος ασχολούμενος περί την τοπικήν Ιστορίαν”. Το άρθρο 182 § ι του Ν. 1946/1991 (“Προϊστάμενοι Διευθύνσεων και Τμημάτων Κ.Υ και Π.Υ. των Γ.Α.Κ”) όριζε ότι “στις Διευθύνσεις Γ.Α.Κ.- Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, Γ.Α.Κ. – Αρχεία Ν. Κέρκυρας και Γ.Α.Κ. – Ιστορικό Αρχείο Ηπείρου προΐστανται υπάλληλοι από τον κλάδο ΠΕ Αρχειονόμων ή ΠΕ Ιστορικών-Αρχαιολόγων και αν δεν υπάρχουν, προΐστανται υπάλληλοι από τους κλάδους ΠΕ ή ΤΕ του μόνιμου προσωπικού των Γ.Α.Κ. με συνάφεια αντικειμένου”. Το άρθρο, τέλος, 180 § ι του Ν. 4610/2019, που αποτελεί και τον τελευταίο νόμο που αφορά στα Αρχεία, επαναλαμβάνει αυτούσια το άρθρο 182 § ι του Ν. 1946/1991. Δυστυχώς, το Αρχείο τα τελευταία χρόνια δεν ευτύχησε να έχει προϊστάμενο με τα οριζόμενα από τον νόμο προσόντα και όπως θα άρμοζε σ’ έναν επιστημονικό θεσμό. Και δεν είναι μόνο αυτό. Οι οριζόμενοι κάθε φορά ως προϊστάμενοι είναι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί, που δεν προλαβαίνουν, όσο και αν το επιθυμούν, να προσφέρουν το έργο που απαιτεί ο πνευματικός αυτός θεσμός.
Δεν πάνε πολλά χρόνια που ένας απόφοιτος αυτού του Μεταπτυχιακού Προγράμματος μού είπε ότι είδε μέρος του Οθωμανικού αρχείου μέσα σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών!
Επιπρόσθετα, το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης φαίνεται ότι χαρακτηρίζεται από ένα σύνδρομο αυτοαναφορικότητας, αδυνατώντας να διεισδύσει σε νέο κοινό, σε σχολεία ή άλλα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα – οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Αλήθεια, ποιά είναι η σχέση του Αρχείου με τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Κρήτης και μάλιστα με Σχολές που έχουν άμεση σχέση με το επιστημονικό αντικείμενο που αυτό υπηρετεί; Έχει υπάρξει, για παράδειγμα, πρόνοια να μελετηθούν τα Οθωμανικά υπάρχοντα αρχεία; Το τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, θυμίζουμε, διαθέτει εξαιρετικό Τομέα Τουρκολογίας με Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών και νέους εξαίρετους επιστήμονες γνώστες της τουρκικής και όχι μόνο γλώσσας. Έχει ζητηθεί η αρωγή του Πανεπιστημίου ή έχει αναζητηθεί τρόπος συνεργασίας μαζί του; Δεν πάνε πολλά χρόνια που ένας απόφοιτος αυτού του Μεταπτυχιακού Προγράμματος μού είπε ότι είδε μέρος του Οθωμανικού αρχείου μέσα σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών!
Μπορούμε να μιλάμε σήμερα για διευκόλυνση και ενθάρρυνση της ιστορικής έρευνας, όταν ο επισκέπτης των αρχείων είναι αναγκασμένος να μελετάει είτε όρθιος είτε στριμωγμένος με άλλους ερευνητές ή υπαλλήλους σ’ ένα γραφείο; Μπορούμε να κάνουμε λόγο για σοβαρή έρευνα, όταν στο αρχείο δεν υπάρχει στη διάθεση των ερευνητών ούτε ένας υπολογιστής; Πώς είναι δυνατόν να υπάρξει ιστορική έρευνα όταν η ψηφιοποίηση είναι ακόμα σε εμβρυακό στάδιο; Ακόμα περισσότερο, προσωπικά έχω αναζητήσει ιστορικά έγγραφα που γνωρίζω και αναφέρεται ότι φυλάσσονται στο αρχείο και έχω σκοντάψει στην άγνοια των υπαλλήλων σχετικά με την τύχη τους, ή, ακόμα χειρότερα, διαπίστωσα την απουσία τους!
Δυστυχώς, το Ι.Α.Κ. δεν έχει τύχει της προσοχής που θα του άξιζε από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες. Η χρηματοδότησή του πρέπει να είναι από ανύπαρκτη έως πενιχρή. Έχουν αναζητηθεί, παρόλα αυτά, άλλοι τρόποι εξεύρεσης πόρων; Έχουν αξιοποιηθεί εκπαιδευτικά ή άλλα προγράμματα που θα έδιναν οικονομικές ανάσες στο Αρχείο;
Επίσης, οι άνθρωποι που προΐστανται εδώ και πολλά χρόνια του Αρχείου φαίνεται ότι δεν είχαν ούτε τις εξειδικευμένες σπουδές, ούτε την εμπειρία που απαιτεί η θέση, ώστε να συμβάλλουν στην ανανέωσή του. Το 2005, στο πλαίσιο ενός σεμιναρίου, είχα την τύχη να συνομιλήσω με την τότε προϊσταμένη των Αρχείων του Ν. Ευβοίας, η οποία μου εξέθεσε τη φιλοσοφία της για τον τρόπο λειτουργίας του συγκεκριμένου Αρχείου. Καμία σχέση με ό,τι συνέβαινε και, δυστυχώς συμβαίνει, στο Ι.Α.Κ. Εν έτει 2021, στα Χανιά αναλωνόμαστε ακόμα για το ζήτημα του κτιριακού!
Το Ι.Α.Κ. είναι ένας πολύ σοβαρός πυλώνας πολιτισμού για να τον αφήνουμε να κλυδωνίζεται ακόμα μεταξύ της εγωιστικής ομφαλοσκόπησης κάποιων “ειδικών” και του βολέματος κάποιων ημετέρων. Χρειάζεται να τον δούμε ως χώρο πολιτισμού, που ανήκει σε όλους τους πολίτες και ιδιαίτερα στους νέους. Χρειάζεται οι άνθρωποι που το διοικούν να ξεφύγουν από την ξεπερασμένη λογική του 18ου-19ου αιώνα, που ήθελε τα αρχεία χώρους “μουχλιασμένους” και να ανοίξουν το Αρχείο προς την κοινωνία και τις σύγχρονες ανάγκες της.