Του Μανόλη Χατζηπαναγιώτου
«Δεν υπάρχει Κιλκίς». Είναι ένα αστειάκι που κυκλοφορεί στα εφηβικά κινητά τηλέφωνα. Ιδιότυπο το χιούμορ των νέων, δύσκολο να το πιάσουν οι μεγαλύτεροι. Υποθέτω πως από την μία πλευρά διακωμωδούν τις θεωρίες συνωμοσίας που αναπτύσσονται πανταχόθεν. Από την άλλη αναφέρονται στην υπαρκτή απαξίωση ορισμένων περιοχών της Ελλάδας. Το Κιλκίς είναι μακριά από την θάλασσα, δεν προσελκύει τουρίστες, είναι απλό οδικό πέρασμα προς την Θεσσαλονίκη η οποία επισκιάζει τις άλλες πόλεις του Βορρά, ιδιαίτερα τις ακριτικές. Το θέμα μας όμως δεν είναι το υπαρκτό Κιλκίς, που μια χαρά υπάρχει και μια χαρά είναι και οι Κιλκισιώτες και οι Κιλκισιώτισσες.
Το θέμα μας είναι ένα άλλο «Κιλκίς» που εξαφανίστηκε και πια δεν υπάρχει. Εξηγούμαστε. Η πόλη του Κιλκίς σύμφωνα με την τελευταία απογραφή είχε 22.914 κατοίκους. Σύμφωνα με την πιο αξιόπιστη καταμέτρηση της ιστοσελίδας world meters, στην Ελλάδα ο αριθμός των νεκρών από την πανδημία της covid-19 πλησιάζει πια τους 23.000! Μάλιστα! Μια ολόκληρη πόλη σαν το Κιλκίς. Ολόκληρη! Σαν να έπεσε ένα θανατικό και δεν άφησε κανέναν ζωντανό, σε μια πόλη που είναι πρωτεύουσα νομού. Μια τραγωδία!
Κάθε τέτοια σύγκριση βέβαια είναι άτοπη και αντιεπιστημονική καθώς συγκρίνει ανόμοια πράγματα. Οι θάνατοι από την πανδημία είναι διασκορπισμένοι γεωγραφικά και χρονικά, ενώ οι ηλικίες που πλήττει ασφαλώς δεν είναι κατανεμημένες σύμφωνα με τον γενικό πληθυσμό. Κάθε τέτοια σύγκριση είναι απλώς ένα παιχνίδι της στατιστικής, ένα παιχνίδι του μυαλού. Μας βοηθάει όμως να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος των απωλειών, το μέγεθος της τραγωδίας. Γιατί βέβαια οι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους δεν ήταν ένα παιχνίδι της στατιστικής, ένα παιχνίδι του νου. Ήταν άνθρωποι με σάρκα και οστά, είχαν συντρόφους, παιδιά, φίλους, εγγόνια, χόμπι, παραξενιές και ικανότητες, σχέδια και ελπίδες.
Παρόμοιες βέβαια απώλειες είχαν πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο. Για παράδειγμα η Γαλλία έχασε μια πόλη σαν το Μετς, η Γερμανία μια πόλη σαν το Όφενμπαχ κ.τ.λ. Φαίνεται πως παντού είναι το ίδιο. Υπάρχουν όμως τρεις σοβαρές διαφορές.
Πρώτον, οι απώλειες σε σχέση με τον πληθυσμό. Σε ένα σύνολο από 200 χώρες, η Ελλάδα είναι 87η σε πληθυσμό, είναι 33η σε κρούσματα και (δυστυχώς) 30ή στην αναλογία των θανάτων με τον πληθυσμό. Δηλαδή υπάρχουν δυσανάλογα μεγάλες απώλειες.
Δεύτερον, οι θάνατοι στη χώρα μας αφορούν κατά 98% το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο κύμα της πανδημίας. Όταν δηλαδή είχαμε, λόγω της καραντίνας, όλο τον χρόνο για να προετοιμαστούμε. Δεν αιφνιδιαστήκαμε όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Κι όμως αναδειχθήκαμε «πρωταθλητές» σε νεκρούς.
Το τρίτο είναι το τραγικότερο. Σύμφωνα με (κατά προσέγγιση βέβαια) υπολογισμούς των λοιμωξιολόγων, περίπου 1.900 θάνατοι θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Οφείλονται στις μη ενδεδειγμένες συνθήκες νοσηλείας, σε ελλιπή λειτουργία της πρωτοβάθμιας υγείας, σε διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ κ.τ.λ. Για να επιστρέψουμε στο παιχνίδι της στατιστικής, χάσαμε όλο τον πληθυσμό ενός νησιού σαν την Αμοργό, μόνο και μόνο γιατί δεν στείλαμε γιατρούς, νοσοκόμες, αναπνευστήρες και ό,τι χρειαζόταν. Χάσαμε το «Κιλκίς» γιατί έπεσε θύμα της πανδημίας, θύμα της συγκυρίας. Την «Αμοργό» τη χάσαμε γιατί την ξεγράψαμε μόνοι μας από τον χάρτη. Την «Αμοργό» την χάσαμε γιατί δεν στείλαμε πλοίο να την βρει. Γιατί μπορούσαμε να πάμε, αλλά βρήκαμε τα έξοδα του ταξιδιού υπέρογκα. Γιατί όλοι οι «υπεύθυνοι» μάς τόνιζαν ότι είναι σπατάλη να φτιάχνεις ΜΕΘ, ότι είναι σπατάλη να επενδύεις στο δημόσιο σύστημα υγείας.
Δεν υπάρχει λοιπόν πια «Κιλκίς». Έχουν πεθάνει 22.549 άνθρωποι. Υπάρχουμε όμως εμείς για να τους θυμόμαστε και να αποδώσουμε τις πολιτικές ευθύνες για την απώλεια. Αν όχι του «Κιλκίς», σίγουρα όμως της «Αμοργού».