Του Μανόλη Χατζηπαναγιώτου
Ο κύριος Γεωργιάδης είναι μεγάλος φίλος των δημοσιογράφων. Όχι των ψευτοδημοσιογράφων τύπου Φουρθιώτη. Αυτοί θα στέλνουν απλώς ένα καλάθι με κρασιά στον κύριο Πέτσα στη γιορτή του, του Αγίου Στυλιανού. Εννοούμε τους κανονικούς δημοσιογράφους, αυτούς που τιμούν το επάγγελμα. Γιατί, όσο να πεις, δεν είναι λίγο μέσα στην ξεραΐλα του καλοκαιριού (όταν «δεν υπάρχουν ειδήσεις») να έχεις έναν φλύαρο υπουργό που ίπταται από κανάλι σε κανάλι κάνοντας δηλώσεις. Δεν είναι λίγο. Εκατοντάδες οικογένειες δημοσιογράφων τρώνε ψωμί από τις δηλώσεις του, είτε ανακλούν πραγματικές κυβερνητικές θέσεις, είτε αποτελούν αυτοσχεδιασμούς του κου Γεωργιάδη στον προθάλαμο του στούντιο.
Την Πέμπτη 15 Ιουλίου ο κος Γεωργιάδης είπε πάλι πολλά. Επιβεβαίωσε εμμέσως τα περί απολύσεων, αγόρευσε για την ατομική ευθύνη, καμάρωσε για τις «επενδύσεις», λεοντάρισε για τις Πρέσπες και διάφορα συνηθισμένα.
Όταν κλήθηκε να σχολιάσει τις διαδηλώσεις ενάντια στο εμβόλιο εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «δεν πρόκειται για ψηφοφόρους της ΝΔ», αποτελούν «ακραία στοιχεία», «είναι οι αγανακτισμένοι της πλατείας», «οι διαδηλωτές του ΟΧΙ» και διάφορα τέτοια. Ο υπουργός καλά θα έκανε να κοιτάξει καλύτερα τις διαδηλώσεις, τα συνθήματα, τις σημαίες και τα πανό. Θα του είναι οικεία. Ίσως μάλιστα αναγνωρίσει και φάτσες.
Η αντιεμβολιαστική συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης για παράδειγμα έγινε μπροστά στο άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι διαδηλωτές κρατούσαν ελληνικές σημαίες και σημαίες της Βεργίνας. Έψαλαν τον Εθνικό Ύμνο και το «Μακεδονία ξακουστή». Έλεγαν βέβαια αντικυβερνητικά συνθήματα και συνθήματα για τα δικαιώματά τους. Δεν υπήρχε όμως συγκεκριμένο αντικυβερνητικό πολιτικό πρόσημο αλλά μια γενική κατηγορία περί προδοσίας κ.τ.λ.
Είναι ο ίδιος κόσμος που βγήκε (μαζί με τον κύριο Γεωργιάδη) στους δρόμους ενάντια στη συμφωνία των Πρεσπών. Απλώς ξεσκόνισε τις σημαίες και τα λάβαρα. Είναι ο κόσμος της πάνω πλατείας στο Σύνταγμα. Ο κόσμος που ο κύριος Γεωργιάδης ως βουλευτής του ΛΑΟΣ τον παρότρυνε σε αντιμνημονιακή ρητορική. Γιατί εδώ ο λαλίστατος υπουργός (μαζί με όλο το φιλοκυβερνητικό αφήγημα) λέει μισές αλήθειες. Ναι υπήρξε αυτός ο κόσμος στις αντιμνημονιακές συγκεντρώσεις. Αλλά ήταν στην λεγόμενη «πάνω πλατεία» του Συντάγματος, καμία σχέση με την πολιτικοποιημένη «κάτω πλατεία», όπου όλοι ήξεραν ότι όπως έλεγε ο Πιέτρο Ιγκράο «η αγανάκτηση δεν αρκεί».
Να εξηγούμαστε. Κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να διαδηλώνει για θέματα δικαιωμάτων. Το σώμα του καθένα είναι ιερό και δύσκολα μπορείς να επιβάλεις ιατρικές πράξεις. Αρκεί βέβαια να σέβεσαι τα δικαιώματα των γυναικών στην αυτοδιάθεση του δικού τους σώματος, τα δικαιώματα των ανθρώπων στον προσδιορισμό κ.τ.λ.
Κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να εκφράζει ανησυχίες ή και να διαμαρτύρεται για τα εθνικά θέματα. Αρκεί να μη μετατρέπει τη διαμαρτυρία του σε ρητορική μίσους. Και βέβαια να μη χρησιμοποιεί τα εθνικά σύμβολα ως σημαίες ευκαιρίας προς ιδίαν χρήσιν.
Κανένας δεν μπορεί να απαξιώνει πολίτες που διαδηλώνουν ως αμόρφωτους, θρησκόληπτους, ψεκασμένους ή οτιδήποτε παρόμοιο. Υπάρχει όμως διαμορφωμένα ένα αρκετά μεγάλο κοινό πολιτών που με την πρώτη ευκαιρία αναπτύσσει μια ψευτο-αντισυστημική ρητορική που εύκολα δείχνει με το δάχτυλο προδότες της χώρας, πουλημένους, ξενόδουλους, αντίχριστους και διάφορα άλλα. Ο πολιτικός τους λόγος έχει όψεις «συντηρητικού ριζοσπαστισμού» και εύκολα σηκώνουν την ελληνική σημαία, για τις Πρέσπες, τις αμβλώσεις, τα εμβόλια, τις μάσκες, τους δασικούς χάρτες και κάθε λογής αίτημα και διαμαρτυρία. Ας το κάνουν. Οφείλουμε να τους ακούσουμε και ας διαφωνήσουμε.
Αλλά ο κύριος Γεωργιάδης να μην κάνει ότι δεν τους ξέρει. Πολλά από τα τηλέφωνά τους (όχι όλα βέβαια) βρίσκονται στην ατζέντα του πολιτικού του γραφείου. Πολλά από τα συνθήματά τους τα έχει φωνάξει. Είναι ο κόσμος που ο ίδιος δημιούργησε, ο δικός του κόσμος. Μόνο που τώρα, πρόσκαιρα, τον έχει απέναντί του. Ας μην τους υποτιμά. Θα τους χρειαστεί στις επόμενες εκλογές.